Όταν ήμουν μικρή τα έλεγα όλα κοχυλάκια με φαγητό, γιατί δεν ξεχώριζα ποιά ήταν γυαλιστερές, ποια ήταν κυδώνια και ποιά ήταν μύδια! Τώρα που τα ξεχωρίζω και τα εκτιμώ ένα ένα, θα σας τα παρουσιάσω!
Τα κυδώνια και οι γυαλιστερές είναι μετά τα μύδια, τα συνηθέστερα όστρακα που θα βρούμε στις ελληνικές θάλασσες. Τα ριγωτά κυδώνια (venus verrucosa) και οι στιλπνές ροζ-σομόν γυαλιστερές (callista-chione) μοιάζουν όσον αφορά τον τρόπο κατανάλωσης. Αλιεύονται σε συγκεκριμένες τοποθεσίες της χώρας και αγαπούν τους αμμώδεις βυθούς.
Πρώτα τα κυδώνια και κατόπιν οι γυαλιστερές έχουν εξαιρετικά νόστιμη, γλυκιά και τραγανή σάρκα γεμάτη θαλασσινή νοστιμιά.
Τα κυδώνια και οι γυαλιστερές είναι πλούσια πηγή ζωικής πρωτεΐνης και έχουν την μεγαλύτερη περιεκτικότητα σιδήρου από οποιαδήποτε άλλη τροφή (ναι περισσότερο και από το μοσχαρίσιο κρέας ή το συκώτι). Είναι χαμηλά σε κορεσμένα λιπαρά και πολύ καλή πηγή ω-3 λιπαρών οξέων, κάτι που τα κάνει ιδανική τροφή για άτομα με καρδιαγγειακά προβλήματα, αυξημένη αρτηριακή πίεση/λιπίδια αίματος και όχι μόνο.
Το άνοιγμα των οστράκων γίνεται με μαχαίρι. Το τοποθετούμε το στο πίσω μέρος στην ένωση των δυο κελυφών του και στη συνέχεια στρίβουμε χωρίς να κουνάμε το μαχαίρι. Το όστρακο σπάει και στη συνέχεια ξεκολλάμε το κρέας του.
Τρώγονται ωμά και πάντοτε ζωντανά, με ελάχιστο λεμόνι ή και μερικές σταγόνες ελαιόλαδο, αν θέλετε, και αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος να τα απολαύσετε (η αντίδρασή τους στο λεμόνι είναι ένας σίγουρος τρόπος να ελέγξουμε τη φρεσκάδα τους).
Φανταστικοί είναι και οι αχινοί, μόνο που πρέπει να είμαστε συνετοί βγάζοντας το πολύ 20 τεμάχια που είναι ο επιτρεπόμενος αριθμός αλίευσης ανά ερασιτέχνη ψαρά, για να μην κάνουμε ζημιά στο οικοσύστημα.
Τα μύδια αποτελούν επίσης μία σημαντική πηγή αντιοξειδωτικών, βιταμινών και καλής ποιότητας πρωτεϊνών, με χαμηλή περιεκτικότητα σε λίπος, θερμίδες και χοληστερίνη.
100 γραμμάρια της σάρκας του μυδιού (10-12 μεγάλα μύδια) περιέχουν:
Μόλις 87 θερμίδες,
17 γραμμάρια πρωτεΐνης υψηλής βιολογικής αξίας,
200 mg ασβέστιο (όσο το ½ κουπάκι γιαούρτι)
330 mg φώσφορο (όσο 1 και ½ κουπάκι γιαούρτι)
7,7 mg σίδηρο (όσο 100 gr μαγειρεμένου μοσχαρίσιου συκωτιού)
αλκαλικά άλατα σε μεγάλο βαθμό που παρουσιάζουν χωνευτικές άλλα και διεγερτικές ιδιότητες.
Σύμφωνα με μια ιταλική παράδοση, τα μύδια είναι νοστιμότερα όταν καταναλώνονται τους «μήνες χωρίς R». Αυτή η παραδοχή αντιστοιχεί στους δικούς μας μήνες: Ιανουάριο, Μάιο, Ιούνιο, Ιούλιο και Αύγουστο, μήνες κατά τους οποίους τα μύδια είναι πιο γεμάτα, πιο σαρκώδη, πιο εύγεστα. Προσοχή, τα μύδια χρειάζονται μαγείρεμα, δεν καταναλώνονται ωμά όπως τα κυδώνια, οι γυαλιστερές κι οι αχινοί!
Επικρατεί η άποψη είναι ότι τα μύδια έχουν χοληστερίνη. Η πραγματικότητα είναι κάπως διαφορετική: Τα 100 γραμμάρια καθαρισμένου μυδιού (ψίχας) περιέχουν 58 mg χοληστερόλης, την στιγμή που ο κρόκος του αυγού έχει 1120 mg, ενώ τα 100 gr λευκό τυρί φέτα, έχουν 70 mg χοληστερόλης!